Πρωταρχικής σημασίας το δημόσιο συμφέρον στο θέμα του ΔΕΣΦΑ

 

 

 Η αμφισβήτηση της επιλογής του ελληνικού λαού στις εθνικές εκλογές του 2015 ξεκίνησε από τη Νέα Δημοκρατία  περίπου έξι μήνες αργότερα και συνεχίζεται έως σήμερα, ανεξάρτητα από την κρισιμότητα κάθε περιόδου. Προκειμένου να δικαιολογήσει αυτήν τη στείρα απαίτηση, η Νέα Δημοκρατία,  η οποία υπονομεύει τη γενικότερη προσπάθεια ανάπτυξης, καταγγέλλει την κυβέρνηση για τα πάντα, ακόμη και για τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης των προηγούμενων  ετών και  τις επιλογές στο πλαίσιο των μνημονίων, παρότι αυτά αποτελούν μια δυσβάσταχτη «κληρονομιά» της  νεοφιλελεύθερης πολιτικής Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Είναι προφανές ότι νομίζει πως απευθύνεται σε αμνήμονες, ωστόσο το πρόβλημα είναι ότι αμφισβητεί το δημόσιο συμφέρον και υιοθετεί, όταν δεν τη γεννά η ίδια, μια άκρως επιπόλαια κριτική «περιορισμένης ευθύνης», όπως στην περίπτωση της ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ. 

Ο διαγωνισμός για την  ιδιωτικοποίηση του 66% του ΔΕΣΦΑ ολοκληρώθηκε το 2013, με την αζέρικη SOCAR να επικρατεί. Ήταν μια διαδικασία προβληματική εκ γενετής, καθώς δεν συνυπολογίστηκαν οι περιορισμοί του κοινοτικού δικαίου ως προς την πραγματική δυνατότητα της SOCAR να διεκδικήσει το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών. Ένα εγχείρημα ιδιωτικοποίησης το οποίο έμεινε στάσιμο μέχρι τις αρχές του 2016,  χωρίς να ανησυχήσει κανείς  στο ενδιάμεσο  για απώλειες εσόδων ή αρνητικά μηνύματα προς την επενδυτική κοινότητα, όπως συμβαίνει σήμερα με ορισμένους.  Αλλά και μια προσπάθεια η οποία για να προχωρήσει έθετε διαρκώς σε αμφισβήτηση  τους όρους του διαγωνισμού, όπως και τώρα τελευταία με αξιώσεις για μείωση, αλλά  και τμηματική απόδοση του τιμήματος. Εάν ήταν εξαρχής δική μας η ευθύνη, θα προκρίναμε μια λύση ανάλογη του ΑΔΜΗΕ (διατήρηση του 51%). Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση – δεσμευμένη από τη συμφωνία του καλοκαιριού του 2015 – επεδίωξε να ολοκληρώσει τη διαδικασία, χωρίς βεβαίως να πάψει να λειτουργεί με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, για την προστασία της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής και της οικιακής κατανάλωσης, ασκώντας κάθε νόμιμο δικαίωμά της. Ταυτόχρονα, σεβάστηκε πλήρως τις προϋποθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες η SOCAR δεν θα μπορούσε να κατέχει ποσοστό μεγαλύτερο του 49% του ΔΕΣΦΑ και μόνο ως παθητικός μέτοχος, χωρίς δικαίωμα άσκησης διοίκησης.    

Οι πολιτικές ευθύνες της ΝΔ είναι τεράστιες για το θέμα του ΔΕΣΦΑ και η σπουδή ορισμένων στελεχών της, μαζί και κάποιων  μέσων ενημέρωσης, να υιοθετήσουν την αζέρικη οπτική ως προς την κατάληξη της διαδικασίας, προκαλεί τουλάχιστον ερωτηματικά. Η SOCAR απέδειξε την επενδυτική αναξιοπιστία της όταν αποσύρθηκε από την εξαγορά, με προσχηματικές αιτιάσεις. Οι υπερασπιστές των Αζέρων σε αυτό το ζήτημα αποδεικνύουν μια πολιτική αναξιοπιστία, επικίνδυνη για τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. 

Ενδεικτική είναι η στάση τους απέναντι στην τροπολογία με την οποία αφαιρέθηκαν 200 εκατ. ευρώ επιδοτήσεων από τα υπολογιζόμενα ανακτήσιμα ποσά. Η αζέρικη πλευρά μίλησε για αθέτηση των όρων του διαγωνισμού, κάτι εντελώς αβάσιμο. Σε καμία περίπτωση η Ελλάδα, μέσω της ΡΑΕ,  δεν είχε απολέσει το δικαίωμα διαμόρφωσης της τιμολογιακής πολιτικής για τα δίκτυα φυσικού αερίου, ούτε μπορεί να κατηγορηθεί επειδή λειτούργησε εντός  νομιμότητας στο θέμα των ενισχύσεων που αφαιρέθηκαν από τα ανακτήσιμα ποσά που ανέμενε η εταιρεία. Η Νέα Δημοκρατία είχε δρομολογήσει αυξήσεις στα τέλη χρήσης του συστήματος φυσικού αερίου  ύψους 68,5% με άμεση επίπτωση αυξήσεις στα οικιακά και βιομηχανικά τιμολόγια έως 7%. Το αποτρέψαμε. Θα μπορούσε να γίνει και μετά την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης. Η κυβέρνηση κατηγορείται επειδή δεν απέσυρε τη ρύθμιση. Αλλά αυτή είναι η διαφορά της από πολιτικές δυνάμεις όπως η Νέα Δημοκρατία. Ότι δεν χάνει ευκαιρία να επιμείνει σε αποφάσεις που λειτουργούν  υπέρ της χώρας και του ελληνικού λαού. 
 

(Docoumento, 11/12/2016)

  • :
  • :


πρόγνωση καιρού από το weather.gr