ΓΣΕΕ: Ερχεται νέο «σοκ απορρύθμισης» στα εργασιακά

 

Πώς διευρύνεται η ψαλίδα των ανισοτήτων. Τι δεν πληρώνουν πλέον τα ελληνικά νοικοκυριά. Ανεργία, φτώχεια και κοινωνικές ανισότητες, το τρίπτυχο των συνεπειών της κρίσης. Τα μισθολογικά δεδομένα στο δημόσιο.

ΓΣΕΕ: Ερχεται νέο «σοκ απορρύθμισης» στα εργασιακά
 

Μπροστά σε ένα νέο σοκ απορρύθμισης είναι πολύ πιθανό να βρίσκεται η ελληνική αγορά εργασίας σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, η οποία στην ετήσια έκθεσή της διαπιστώνει ότι η παρατεταμένη κρίση ήδη έχει προκαλέσει περαιτέρω κατακερματισμό και αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ διαφορετικών ομάδων εργαζόμενων, με αρνητική επίπτωση και στην εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας.

Τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η ΓΣΕΕ στην ετήσια έκθεσή της για την εγχώρια οικονομία το 2017 είναι άκρως αποθαρρυντικά για το μέλλον των αμοιβών, καθώς δείχνουν ότι εξαιτίας κυρίως της περαιτέρω ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, το 51,6% των απασχολούμενων στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνει καθαρό μισθό κάτω από 800 ευρώ, έναντι 11% στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπου οι μισοί εργαζόμενοι λαμβάνουν μισθούς άνω των 1.000 ευρώ.

Η ψαλίδα των μισθολογικών ανισοτήτων διευρύνεται επικίνδυνα για την κοινωνική συνοχή, με τους επιστημονικούς συνεργάτες της Συνομοσπονδίας να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Η μεγάλη υποχώρηση στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα και η υψηλή ανεργία που εκτιμάται από τους επιστήμονες της ΓΣΕΕ κοντά στο 30% οδηγούν σε φτωχοποίηση μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

Χαρακτηριστικό της οικονομικής αδυναμίας στην οποία έχουν περιέλθει τα ελληνικά νοικοκυριά είναι η πολύ μεγάλη αύξηση εκείνων που αδυνατούν να καλύψουν έκτακτες δαπάνες, το ποσοστό των οποίων αυξάνεται από 28,2% το 2010 σε 53,4% το 2015. Η μεγάλη αυτή αύξηση απορρέει αφενός από τη σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και αφετέρου από την κατάρρευση των αποταμιεύσεών τους.

Αυξανόμενο βαίνει επίσης και το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα που εμφανίζει καθυστερήσεις στην πληρωμή τόκων και ενοικίων (από 10,2% το 2010 σε 14,3% το 2015). Τέλος, γενικευμένα χαρακτηριστικά φαίνεται να αποκτά η αδυναμία πληρωμής λογαριασμών ΔΕΚΟ στην ώρα τους, καθώς το ποσοστό αυξάνεται από 18,8% το 2010 σε 42% το 2015.

Από την επεξεργασία των στοιχείων της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (β' τρίμηνο του 2016), το ΙΝΕ ΓΣΕΕ σημειώνει πως ενώ στον ιδιωτικό τομέα με καθαρούς μισθούς κάτω των 800 ευρώ αμείβεται το 51,6% (15,2% μέχρι 499 ευρώ, 23,6% μεταξύ 500-699 ευρώ και 12,8% μεταξύ 700-800 ευρώ), στον ευρύτερο δημόσιο τομέα κάτω των 800 ευρώ λαμβάνει το 11% (3,1% έως 499 ευρώ, 3,5% μεταξύ 500-699 ευρώ και 4,4% μεταξύ 700-799 ευρώ).

Οι μισθολογικές ανισότητες συνεχίζονται και όσο ανεβαίνουν τα ποσά. Έτσι, στον ιδιωτικό τομέα, καθαρούς μισθούς μεταξύ 800-999 ευρώ λαμβάνει το 17,3%, το αντίστοιχο ποσοστό στον ευρύτερη δημόσιο τομέα ανέρχεται σε 23,6%. Άνω των 1.000 ευρώ καθαρά λαμβάνει το 17,8% των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα (11,1% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 6,7% άνω των 1.300 ευρώ), έναντι ποσοστού 54,4% στον ευρύτερο δημόσιο (38,5% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 15,7% άνω των 1.300 ευρώ).

Σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας αποκαλύπτει ότι οι θυσίες των εργαζομένων εξυπηρέτησαν μόνο νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες». Η ακραία απορρύθμιση της αγοράς εργασίας λειτούργησε ως υφεσιακός μηχανισμός και συνέβαλε στην αποεπένδυση και την επιδείνωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της δυνητικής αναπτυξιακής δυναμικής της.

Την ίδια στιγμή, η μακροχρόνια ανεργία συνεχίζει να κινείται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70% ενώ η ανεργία στην ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών βρίσκεται στο 44,2% και στην ηλικιακή ομάδα 25-29 ετών στο 33,2%.

Τα δεδομένα αυτά -τονίζουν οι συντάκτες της έκθεσης- καθιστούν την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, όπως αποτυπώνεται από τους δείκτες νομικής προστασίας της απασχόλησης, απολύτως αναποτελεσματική, καθώς θα οδηγούσε σε παραπέρα κατακερματισμό και συνεπακόλουθη αύξηση των ανισοτήτων.

Όπως επισημαίνεται, η περίοδος 2010-2015 συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, όπως εκφράζονται από τους σχετικούς δείκτες φτώχειας και ανισότητας. Ο δείκτης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 27,7% το 2010 σε 35,7% το 2015. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο ποσοστό εντοπίζεται στους ανέργους, το οποίο αυξήθηκε την περίοδο 2010-2015 κατά 14,3%.

Το ποσοστό φτώχειας στους μισθωτούς εργαζομένους αυξήθηκε σημαντικά μετά το 2011 και το 2015 βρίσκεται κοντά στο 18%. Όσον αφορά τις υπόλοιπες πληθυσμιακές ομάδες, εμφανίζουν αύξηση στο ποσοστό φτώχειας μέσα στην κρίση, με εξαίρεση τους συνταξιούχους, οι οποίοι παρουσιάζουν μείωση της τάξης των 2,2 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ 2010-2015, στοιχείο το οποίο επισημαίνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην επιχειρηματολογία που χρησιμοποιεί για να στηρίξει την απαίτηση για περαιτέρω μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ.

Η ΓΣΕΕ πάντως επισημαίνει πως το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι αποτελούν μία από τις πολυπληθέστερες κοινωνικές ομάδες συνέβαλε σημαντικά στη συγκράτηση του συνολικού ποσοστού φτώχειας.

  • :
  • :


πρόγνωση καιρού από το weather.gr